Σελίδες

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ!

Ο δεκαεφτάχρονος Απελλής βρίσκεται στην τελευταία τάξη του Λυκείου και η επαγγελματική του αποκατάσταση τον απασχολεί ζωηρά. Το κληρονομημένο από τη μητέρα του ταλέντο στη ζωγραφική είναι δεδομένο, αλλά οι δικοί του (εκείνη και ο πατριός του) πιστεύουν ότι το καλύτερο γι’ αυτόν θα ήταν να σπουδάσει αρχιτεκτονική, για να έχει ένα πιο σίγουρο μέλλον. Τη γνώμη τους την έχει αποδεχτεί ο Απελλής και ο επαγγελματικός του προσανατολισμός φαίνεται οριστικός.
Ώσπου, λίγο πριν από τις διακοπές των Χριστουγέννων, ένας διάσημος κριτικός τέχνης, ο Ελληνοκαναδός Μάικ Τζίσεν, επικοινωνεί ξαφνικά με τον Απελλή. Ζητάει να τον συναντήσει και τον πληροφορεί ότι έχει τα προσόντα για μια υποτροφία στη Σχολή Καλών Τεχνών του Μόντρεαλ, για την οποία θα φροντίσει προσωπικά εκείνος. Η Νιόβη, ο μεγάλος έρωτας του Απελλή, τον καλοτυχίζει, όμως εκείνος, παρόλο που ενθουσιάζεται με την απρόσμενη ευκαιρία, βρίσκεται σε δίλημμα. Ποιος είναι στ’ αλήθεια ο ουρανοκατέβατος αυτός «μαικήνας»; Τι τον έκανε να πλησιάσει τον Απελλή έτσι ξαφνικά; Ψάχνει και βρίσκει κάποια στοιχεία γι’ αυτόν στο διαδίκτυο, αλλά η ταυτότητά του παραμένει μυστήριο. Κι έπειτα, ποιος είναι ο παράξενος άνθρωπος που συναντάει απρόσμενα σ’ ένα καφενείο των Εξαρχείων και που κάτι του θυμίζει; Τέλος –το κυριότερο– ξέρει ότι η μητέρα του δε θα ακούσει με χαρά αυτά τα σχέδια. Η σχέση των δυο τους είναι ιδιαίτερη και συναισθηματικά φορτισμένη. Έχουν περάσει πολλά με σημαντικότερο ότι η Κλειώ γέννησε τον Απελλή στα δεκάξι της. Ο πατέρας του την είχε εγκαταλείψει μόλις είχε μάθει για την εγκυμοσύνη της.
Η ιδιαίτερη οικογενειακή κατάσταση του Απελλή, ο πατέρας που δε γνώρισε ποτέ, η αδυναμία που έχει στη μητέρα του, το πρόβλημα της υγείας της και τα νέα για την υποτροφία που θα τον απομακρύνει από κοντά της δημιουργούν έναν εκρηκτικό αναβρασμό μέσα του, που απεικονίζεται εύγλωττα στον πίνακα που δουλεύει αυτόν τον καιρό. Είναι ένας πίνακας με περίεργα σχήματα, στον οποίο χρησιμοποιεί υπερβολικά όλα τα έντονα κόκκινα.
Η Νιόβη και ο πατριός του ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο τον πίνακα: τους μεταδίδει μια αίσθηση ταραχής και θυμού. Ο Απελλής απορεί και αναρωτιέται γιατί. Θα χρειαστεί να παλέψει πολύ ώσπου να καταλάβει ότι έχει καταχωνιάσει τον γερά ριζωμένο θυμό του κάπου πολύ βαθιά και αρνείται να παραδεχτεί την ύπαρξή του.
Το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο εξελίσσονται τα γεγονότα είναι το χριστουγεννιάτικο δωδεκαήμερο από 23 Δεκεμβρίου ως 4 Ιανουαρίου με δύο φλας μπακ: στη δεκαετία του ’90 και στην εισβολή στην Κύπρο το 1974. Αυτές οι δώδεκα μέρες θα συγκλονίσουν τον Απελλή, θα αλλάξουν τη ζωή του και θα επαναπροσδιορίσουν τη σχέση του με τη μητέρα του, αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό.

ΠΗΓΉ: ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ